χαρτωσιά

χαρτωσιά
η, Ν
1. (στο χαρτοπαίγνιο) το σύνολο τών χαρτιών που μαζεύει ο παίκτης με ένα μόνον χαρτί, μπάζα
2. φρ. «δεν πιάνει χαρτωσιά μπροστά σου» — είναι πολύ κατώτερός σου, δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί σου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. χαρτωσ- τού αορ. χάρτωσ-α τού ρ. χαρτώνω + κατάλ. -ιά (πρβλ. απλωσ-ιά, φυλλωσ-ιά)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • χαρτωσιά — η 1. τα τραπουλόχαρτα που κερδίζουν στο χαρτοπαίγνιο, η μπάζα: Δεν έπιασε χαρτωσιά. 2. φρ., «Μπροστά του δεν πιάνει χαρτωσιά», δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μπάζα — (I) η 1. κέρδος, ιδίως αθέμιτο 2. (στη χαρτοπαιξία) χαρτιά που κερδίζει κανείς σε έναν γύρο σε ορισμένα παιχνίδια με την τράπουλα, χαρτωσιά («πήρα πέντε μπάζες») 3. φρ. α) «δεν πιάνω μπάζα (μπροστά του)» δεν αξίζω τίποτε (σε σύγκριση με αυτόν) β) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”